Επιστήμονες, ψυχολόγοι και ακαδημαϊκοί του Πανεπιστημίου του Λίβερπουλ ανακάλυψαν ότι η ανάγνωση κλασικών συγγραφέων έχει ευεργετική επίδραση στο μυαλό, τραβώντας την προσοχή του αναγνώστη και προκαλώντας στιγμές ενδοσκόπησης.

Χρησιμοποιώντας σαρωτές, παρακολούθησαν την εγκεφαλική δραστηριότητα των εθελοντών την ώρα που διάβαζαν έργα των Σέξπιρ, Τ.Σ. Έλιοτ κ.ά. Στη συνέχεια επανέλαβαν τη διαδικασία με πιο μοντέρνες μεταφράσεις των ίδιων έργων. Η σάρωση έδειξε πως όσο πιο «δύσκολη» ήταν η πεζογραφία και η ποίηση, τόσο μεγαλύτερη η ηλεκτρική δραστηριότητα στον εγκέφαλο. Όταν οι αναγνώστες διάβαζαν μια πιο δύσκολη, ασυνήθιστη ή καινούργια λέξη, η εγκεφαλική δραστηριότητα αυξανόταν.

Η έρευνα διαπίστωσε επίσης ότι η ανάγνωση ποίησης αυξάνει τη δραστηριότητα στο δεξί ημισφαίριο του εγκεφάλου, μια περιοχή που ασχολείται με την «αυτοβιογραφική μνήμη», βοηθώντας τον αναγνώστη να μελετήσει και να επανεκτιμήσει τις δικές του εμπειρίες υπό το πρίσμα των όσων έχει διαβάσει.

Σύμφωνα με τους ακαδημαϊκούς, αυτό είναι πιο χρήσιμο για το άτομο απ’ ό,τι τα βιβλία αυτοβοήθειας, τα οποία με την απλή τους γλώσσα και τα εύκολα κείμενά τους κυρίως ενισχύουν προβλέψιμες απόψεις και συμβατικές αυτο-εικόνες. Ο καθηγητής Φίλιπ Ντέιβις, μέλος της ερευνητικής ομάδας, λέει: «Η έρευνα δείχνει πως η δύναμη της λογοτεχνίας έχει τη δυνατότητα να δημιουργεί νέες σκέψεις, συναισθηματικές εμπειρίες και διασυνδέσεις στο μυαλό του αναγνώστη».

Ο Ντέιβις συνεργάζεται με το φιλανθρωπικό οργανισμό The Reader, με σκοπό να εδραιώσει γκρουπ ομαδικής ανάγνωσης σε γηροκομεία, φυλακές, βιβλιοθήκες, σχολεία και ομάδες που αποτελούνται από μητέρες και τα παιδιά τους, ενώ σε κοινή έρευνα με το University College του Λονδίνου θα μελετήσει επίσης τις επιπτώσεις της ανάγνωσης σε πάσχοντες από άνοια.

Πηγή: doctv.gr