Οι περισσότεροι γονείς σήμερα βασανίζονται από ερωτήματα όπως: Πόση ελευθερία πρέπει να δώσω στο παιδί μου; ποια όρια πρέπει να του βάλω; οι σύγχρονες αντιλήψεις έβαλαν τέλος στην άνευ όρων υποταγή των παιδιών, δεν κατάφεραν όμως να οδηγήσουν σε μια ισορροπημένη διαπαιδαγώγηση. Δεν υπάρχει ούτε εγχειρίδιο ούτε κάποια μέθοδος εκπαίδευσης γονιών, για το πώς να μεγαλώσουν σωστά τα παιδιά. Ο κάθε γονιός χρησιμοποιεί παραδείγματα από προσωπικές του εμπειρίες ή, αντίθετα, αποφεύγει όσα έκρινε ως λανθασμένα στον τρόπο που τον μεγάλωσαν οι δικοί του γονείς. Και ενώ όλοι γνωρίζουν πως η αγάπη και η τρυφερότητα είναι απαραίτητα στοιχεία για την ομαλή ανάπτυξη του παιδιού, όταν πρέπει να μπουν όρια, τα πράγματα δυσκολεύουν.
Από τη στιγμή που ένα παιδί γεννιέται, οι γονείς του -συνήθως περισσότερο η μητέρα- αναλαμβάνουν την απόλυτη ευθύνη για την ασφάλεια, την υγεία και τη σωστή ανάπτυξή του. Στην αρχή ο κόσμος του παιδιού είναι αυτός που δημιουργούν γι’ αυτό, δηλαδή κυρίως το περιβάλλον του σπιτιού, ορισμένοι άνθρωποι που εισχωρούν στον κόσμο αυτό, όψεις του εξωτερικού κόσμου με τις οποίες το φέρνουν σε επαφή, βγάζοντάς το έξω από το σπίτι. Aυτό που κάνουν οι γονείς είναι ότι βάζουν συνεχώς όρια γύρω από το παιδί για να το προστατέψουν, χωρίς να συνειδητοποιούν ότι το κάνουν όσο αυτό είναι ακόμη παθητικό και δεν αμφισβητεί τα όρια αυτά. Όμως οριοθετούν το χώρο του: δεν αφήνουν τον εξωτερικό κόσμο να εισχωρήσει στον κόσμο του παιδιού περισσότερο από όσο θεωρούν σωστό και αναγκαίο. Tο προστατεύουν από το πολύ κρύο ή την πολλή ζέστη, από την πείνα και τη δίψα, από κινδύνους που απειλούν τη σωματική του ακεραιότητα και από ανθρώπους που δεν εμπιστεύονται. Το αίσθημα της υπευθυνότητας που πρέπει να χαρακτηρίζει ως γονείς σ’ αυτό το πρώιμο στάδιο είναι αυτονόητο και απολύτως αναγκαίο, όχι μόνο για τη σωματική ασφάλεια του παιδιού, αλλά και για την υγιή ψυχική και διανοητική του ανάπτυξη. Mόνο ένα παιδί που απολαμβάνει τη σιγουριά που του εξασφαλίζουν οι γονείς θα αναπτυχθεί έτσι ώστε, όταν έρθει η στιγμή, να μπορεί να δοκιμάσει και να ξεπεράσει τα όρια αυτά. Ένα παιδί που δεν γνωρίζει όρια και δεν μαθαίνει να τα τηρεί είναι ανασφαλές, αποπροσανατολίζεται εύκολα από κάθε είδους ερεθίσματα, δυσκολεύεται να συγκεντρωθεί στους στόχους του και βιώνει συχνά την απόρριψη και τις συνεχείς αποτυχίες.
Η χρήση απειλών, φωνών και αυταρχικών μεθόδων πειθαρχίας έχουν κριθεί πλέον από τους παιδοψυχολόγους ως αποτυχημένες πρακτικές. Και αυτό γιατί μπορεί μεν να επιτυγχάνουν τον στόχο τους βραχυπρόθεσμα, όμως μακροπρόθεσμα έχει βρεθεί ότι οδηγούν τα παιδιά σε χαμηλή αυτοεκτίμηση και αρνητικούς τρόπους αλληλεπίδρασης με άλλα άτομα. Έτσι, τα τελευταία χρόνια οι ειδικοί συμβουλεύουν τους γονείς να ακολουθούν στρατηγικές με έμφαση στο να προάγουν τη θετική συμπεριφορά του παιδιού –κάποιοι παιδοψυχολόγοι χρησιμοποιούν για τη μέθοδο αυτή τον όρο «θετική πειθαρχία».
Τι είναι η θετική πειθαρχία;
Ο όρος «θετική πειθαρχία» έχει να κάνει με τεχνικές και μεθόδους που χαρακτηρίζονται ως «θετικές» και εφαρμόζονται από τους γονείς προς τα παιδιά, δίνοντας έμφαση στην επιδοκιμασία και την επιβράβευση «θετικών» συμπεριφορών εκ μέρους των παιδιών και στη μη ενασχόληση επίδειξης αρνητικών συμπεριφορών. Η πειθαρχία που οφείλουν οι γονείς να προσφέρουν στα παιδιά αγγίζει πολλά και πολυσήμαντα αναπτυξιακά θέματα του παιδιού. Σχετίζεται, δηλαδή, με:
1.Τα όρια που χρειάζεται να μπουν από νωρίς στα παιδιά προκειμένου να μάθουν τι επιτρέπεται και τι όχι σε επίπεδο συμπεριφοράς, τόσο στο οικογενειακό περιβάλλον όσο και σε εξωτερικούς χώρους, σε συνάντηση με άλλα άτομα.
2.Τους κανόνες που τίθενται σε κάθε οικογένεια, ώστε να υπάρχει μια εύρυθμη λειτουργία στο σύστημά της.
3.Την αυτοπεποίθηση του παιδιού, προκειμένου να τονίζονται ιδιαίτερα τα θετικά του στοιχεία και να ενισχύονται οι κατάλληλες συμπεριφορές που κάθε φορά εκδηλώνει.
Ένα άλλο σημαντικό στοιχείο είναι η σύνδεση της πειθαρχίας με την αυτογνωσία του παιδιού. Αυτό γίνεται διότι μαθαίνοντας ένα παιδί τα επιτρεπτά όρια εντός των οποίων μπορεί να κινηθεί και να ενεργήσει, είναι σε θέση βαθμιαία να κατανοεί και να γνωρίζει περισσότερα χαρακτηριστικά του εαυτού του.
Tα όρια πρέπει να είναι ευέλικτα και μεταβλητά
Aυτό το αρχικό αίσθημα ευθύνης απέναντι στο παιδί παραμένει όσο αυτό είναι ανήλικο και εξαρτημένο από τους γονείς. Συχνά μάλιστα δεν τους εγκαταλείπει ποτέ εντελώς. Συχνά αγωνιούν για το παιδί ακόμη και αν αυτό έχει προ πολλού ενηλικιωθεί. Tαυτόχρονα όμως, καθώς το παιδί μεγαλώνει και διευρύνεται ο κόσμος του, έρχεται η στιγμή που συγκρούεται με τα όρια αυτά. Yπάρχουν όρια που καταργούνται αυτόματα επειδή το παιδί δεν είναι πια ένα αβοήθητο βρέφος που χρειάζεται απόλυτη προστασία, και έτσι, π.χ., το εμπιστεύονται πιο εύκολα σε κάποιον άλλον, το αφήνουν να μπουσουλίσει ή το κάνουν μπάνιο στη θάλασσα. Yπάρχουν όμως όρια τα οποία διατηρούνται ως τη στιγμή που το παιδί δείχνει ότι πρέπει να τα καταργήσουν ή να τα διευρύνουν, για να ανταποκριθούν στην έμφυτη ανάγκη του να γνωρίσει τον κόσμο. Tότε συχνά νιώθουν αβεβαιότητα, επειδή από τη μία φοβούνται για το παιδί και από την άλλη έχουν τις πρώτες συγκρούσεις μαζί του όταν του λένε «όχι». H βάση για να δεχθεί ένα παιδί το «όχι» είναι το «ναι».
Τι ακριβώς σημαίνει αυτό;
Tα παιδιά βρίσκονται σε μια διαρκή διαδικασία αναγνώρισης του περιβάλλοντος χώρου, ενώ παράλληλα μ’ αυτό δοκιμάζουν και αναπτύσσουν τις δικές τους ικανότητες. Για να γίνει αυτό, πρέπει βέβαια να τους δοθεί η ευκαιρία. Oι γονείς έχουν την ευθύνη να τα οδηγήσουν σ’ αυτήν την «εξερεύνηση» προστατεύοντάς τα, εξηγώντας τους -ανάλογα με την ηλικία τους- τους κινδύνους και αφήνοντάς τα να παίρνουν κάποια ρίσκα όταν ξέρουν ότι δεν διατρέχουν σοβαρό κίνδυνο. Πολλά μικρά παιδιά μαγνητίζονται από αιχμηρά αντικείμενα: μαχαίρια, πριόνια, ψαλίδια. Συνήθως τους απαγορεύουν αυστηρά ακόμη και να αγγίξουν τέτοια αντικείμενα ή ξεφωνίζουν τρομαγμένοι όταν τα δούμε να τα πιάνουν. Συμβαίνει όμως έτσι η περιέργεια του παιδιού να μην ικανοποιείται και κάθε φορά που του δίνεται η ευκαιρία να αρπάζει το αιχμηρό αντικείμενο, με αποτέλεσμα και το ίδιο να κινδυνεύει και να γίνονται πιο αυστηροί. Mία άλλη δυνατότητα θα ήταν να δώσουν στο παιδί ένα όχι πολύ κοφτερό, αλλά όχι και ψεύτικο μαχαίρι και να το αφήσουμε, επιβλέποντάς το φυσικά, να κόψει κάτι, π.χ. να μας βοηθήσει όταν κόβουν κάτι στην κουζίνα. Mε αυτόν τον τρόπο το παιδί ικανοποιεί την περιέργειά του, αποκτά τη δεξιότητα να χρησιμοποιεί προσεκτικά ένα αιχμηρό αντικείμενο και είναι πολύ πιο έτοιμο να δεχθεί ένα όριο: Ότι δηλαδή κάποια μαχαίρια είναι πολύ κοφτερά, με αυτά και οι μεγάλοι μπορεί εύκολα να κοπούν, γι’ αυτό δεν θέλουν να τα πιάνει. Ίσως η διαδικασία αυτή να ακούγεται δύσκολη και χρονοβόρα, όμως διευκολύνει να χτίσουνσιγά-σιγά μια σχέση εμπιστοσύνης, η οποία επιτρέπει στο παιδί να αποδεχθεί τα όρια που θεωρούμε απαραίτητα.
Γίνονται πιο σαφή τα όρια όταν τιμωρούμε τα παιδιά;
Oι περισσότεροι γονείς έχουν βρεθεί αντιμέτωποι με καταστάσεις όπου η συμπεριφορά του παιδιού ήταν τόσο προκλητική και ανυπόφορη, ώστε να νιώθουν την ανάγκη να το τιμωρήσουνμε κάποιον τρόπο. Aυτές είναι στιγμές αναπόφευκτες στη ζωή με τα παιδιά, επειδή και εμείς είμαστε άνθρωποι με χίλια πράγματα στο μυαλό , με νεύρα, κούραση και με αντοχή που κάποια στιγμή τελειώνει. Tη στιγμή εκείνη το παιδί βλέπει τη συναισθηματική κατάσταση στην οποία βρίσκονται και αντιλαμβάνεται ότι απέναντί του βρίσκεται ένας άνθρωπος με όρια, που δεν μπορεί να δέχεται υπομονετικά τα πάντα. H τιμωρία λοιπόν και οι φωνές είναι μια ειλικρινής αντίδραση, η οποία τη στιγμή εκείνη λειτουργεί σαν βαλβίδα εκτόνωσης του θυμού και έχει μια στιγμιαία επίδραση στο παιδί, ώστε να μη συνεχίσει την «κακή» συμπεριφορά του. Όμως, δεν θα έπρεπε οι τιμωρίες να είναι μία τακτική που χρησιμοποιούμε για να δείχνουν στα παιδιά πού βρίσκονται τα όρια. Aν φτάσουν στο σημείο που οι τιμωρίες και τα κηρύγματα πέφτουν απανωτά, χωρίς αποτέλεσμα, σημαίνει ότι απέτυχαν να πείσουν το παιδί για την ορθότητα των ορίων. Όταν τιμωρούν το παιδί επειδή έκανε κάτι που θεωρούμε «κακό», αγνοούν κάτι πολύ βασικό: ότι το παιδί δεν έχει ούτε τη λογική ούτε την ηθική τη δική τους.
Γονείς φορείς αγάπης και στοργής
Τα παιδιά που λαμβάνουν την αμέριστη και άνευ όρων αγάπη και αποδοχή εκ μέρους των γονέων αναπτύσσουν θετική εικόνα και καλή αυτο-αντίληψη στο πέρασμα των χρόνων. Έτσι, είναι σημαντικό οι γονείς να δείχνουν βαθύτερη κατανόηση στους τρόπους συμπεριφοράς των παιδιών, χωρίς να βιάζονται να τα μαλώσουν όταν ξεφεύγουν κάποιες φορές. Είναι, μάλιστα, προτιμότερο οι γονείς να δρουν πριν μία κατάσταση ξεφύγει από τον έλεγχο, παρά να μαλώσουν τα παιδιά μετά. Για παράδειγμα, δώστε στο παιδί σύντομες και σαφείς οδηγίες για το πώς να συμπεριφερθεί εν όψει κάποιας δραστηριότητας και επιβραβεύστε το για την προσπάθειά του.
Δείξτε ενδιαφέρον στις δραστηριότητες και τις πράξεις του παιδιού, για να καταλάβετε τον τρόπο με τον οποίο βλέπει τον κόσμο γύρω του. Δώστε του ευκαιρίες για δραστηριότητες που το ενδιαφέρουν και που είναι κατάλληλες για την ηλικία του και ενθαρρύνετέ το να συμμετέχει ενεργά και θετικά. Δείξτε εμπιστοσύνη και τρυφερότητα στο παιδί, χωρίς απαιτήσεις και αυξημένες προσδοκίες. Τα όρια έτσι θα μπαίνουν βήμα-βήμα, όπως ακριβώς θα κατακτούν και τα παιδιά τις ικανότητές τους.