Η παθητική επιθετικότητα είναι συνήθως σκόπιμη συμπεριφορά. Παίρνει πολλές μορφές και γενικά μπορεί να περιγραφεί σαν μη-λεκτική επιθετικότητα που εκδηλώνεται με αρνητική συμπεριφορά. Άτομα που εμφανίζουν παθητική επιθετικότητα αντί για να επικοινωνήσουν με ειλικρίνεια όταν αισθάνονται αναστατωμένοι, ενοχλημένοι ή απογοητευμένοι, εμφανίζουν αλλαγές στη συμπεριφορά, είναι σκυθρωποί, κλείνονται στον εαυτό τους και εμφανίζουν αντίσταση στην επικοινωνία ή τα αιτήματα των άλλων δημιουργώντας σύγχυση γύρω από το θέμα. Η παθητική επιθετικότητα μπορεί να είναι απροκάλυπτη με προφανείς συμπεριφορές ή συγκεκαλυμμένη (χωρίς να εμφανίζονται οι παραπάνω συμπεριφορές).
Η παθητική επιθετικότητα αποτελεί ένα καταστροφικό πρότυπο συμπεριφοράς το οποίο μπορεί να θεωρηθεί ως μια μορφή συναισθηματικής κακοποίησης. Τα αρνητικά συναισθήματα συσσωρεύονται και η γενικότερη αρνητική στάση μπορεί να δημιουργήσει μεγάλη φθορά και πόνο σε όσους όσους εμπλέκονται σε αυτές τις συμπεριφορές. Μέσα από αυτές τις συμπεριφορές προκαλείται ανασφάλεια σε όλες τις πλευρές, αρνητικές στάσεις και αρνητικά συναισθήματα.
Η παθητική επιθετικότητα εμφανίζεται σε κάποιο βαθμό στην καθημερινότητα του καθενός, σαν ένας τρόπος για να αποφεύγονται οι έντονες συγκρούσεις. Όλοι μπορεί να εμφανίσουμε αυτού του είδους τις συμπεριφορές. Το πρόβλημα αναγνωρίζεται όταν η παθητική επιθετικότητα επαναλαμβάνεται διαρκώς στις προσωπικές ή εργασιακές σχέσεις. Τα προβλήματα ψυχικής υγείας χαρακτηρίζονται απο μακροχρόνια πρότυπα συμπεριφοράς τα οποία επηρεάζουν σημαντικά το πώς ένα άτομο σκέφτεται αισθάνεται και αλληλεπιδρά με το περιβάλλον του. Μια διαταραχή μπορεί να κάνει δύσκολη την κοινωνικοποίηση και να αποτρέψει το άτομο απο τη διαμόρφωση σταθερών, μακροχρόνιων σχέσεων.
Τα πρότυπα παθητικής επιθετικότητας μπορεί να προέρχονται από γονείς οι οποίοι προσπαθούν να ελέγχουν τα πάντα και δεν επιτρέπουν στο παιδί τους να εκφράσουν ελεύθερα τις σκέψεις και τα συναισθήματά τους. Συνήθως τιμωρούν την εξωστρεφή συμπεριφορά. Το παιδί θα υποκαταστήσει την ανοιχτή έκφραση των σκέψεων και συναισθημάτων σύμφωνα με τα πρότυπα των γονέων του για το τι είναι καλό παιδί ή όχι. Έτσι το παιδί θα μάθει να επαναστατεί παθητικά αντιδρώντας με διάφορες συμπεριφορές.
Παραδείγματα συμπεριφορών παθητικής επιθετικότητας:
Απάθεια: αδιαφορία, ψυχρότητα, ψεύτικο χαμόγελο, κατάχρηση ουσιών, ανυπαρξία αυθορμητισμού
Ασάφεια: δεν δίνουν σημασία στα γεγονότα, αποφυγή συγκρούσεων, αποφυγή συζήτησης και επικοινωνίας, δεν αναπτύσσονται πλήρως τα επιχειρήματα στις συνομιλίες, εσκεμμένη καθυστέρηση κάποιων διαδικασιών.
Ηττοπάθεια: επιλέγουν αναξιόπιστα άτομα, επιρρέπεια σε ατυχήματα, σκόπιμη παρουσίαση ανικανότητας.
Ψυχαναγκαστική συμπεριφορά: εμμονή με την υπερβολική καθαριότητα, συνεχείς έλεγχοι, τελειομανία.
Ψυχολογική χειραγώγηση: πρόκληση στην επιθετικότητα και στη συνέχεια υπερπροστατευτικότητα, συναισθηματικός εκβιασμός, ψευδή κλάματα.
Μυστικοπαθής συμπεριφορά: δυσαρέσκεια για τους άλλους, μουρμουρητά σχόλια, αποφεύγει επαφή με τα μάτια, δικαιολογίες για την αποφυγή καταστάσεων
Αυτο-ενοχοποίηση: ζητάνε συγνώμη πολύ συχνά και είναι υπερβολικοί κριτές για τον εαυτό τους, θυματοποίηση και κατηγορία των άλλων για κάποιες ευθύνες
Πως θα ξεπεράσουμε τη παθητική επιθετική συμπεριφορά μας
- Αναγνωρίζουμε τα συναισθήματα που προκαλούν τη συμπεριφορά μας
- Αναγνωρίζουμε τις επιπτώσεις της συμπεριφοράς μας στους άλλους
- Αναλαμβάνουμε την ευθύνη για τις ενέργειες και τις αντιδράσεις μας
- Προσπαθούμε να μην αισθανόμαστε επιθετικοί όταν βρισκόμαστε αντιμέτωποι με ένα πρόβλημα αλλά να λαμβάνουμε μια αντικειμενική εικόνα της κατάστασης
- Μαθαίνουμε να εκφράζουμε τις σκέψεις και τα συναισθήματά μας με ειλικρίνεια ώστε να ενισχύουμε τις σχέσεις μας
Πως θα αντιμετωπίσουμε την παθητική επιθετική συμπεριφορά των άλλων
- Δεν πρέπει να αισθανόμαστε την συμπεριφορά αυτή σαν προσωπική επίθεση προς τα εμάς.
- Αναγνωρίζουμε πως λειτουργεί η παθητική επιθετικότητα και προσπαθούμε να κατανοήσουμε τον άλλο και τη συμπεριφορά του.
- Εξηγούμε για το πώς η συμπεριφορά αυτή μας επηρεάζει, επικοινωνούμε ήρεμα χωρίς να κατηγορούμε για το πως νοιώθουμε, τι σκεφτόμαστε.
- Δεν κατηγορούμε τον εαυτό μας για τις αντιδράσεις των άλλων.
- Προσπαθούμε να είμαστε ειλικρινείς από την πλευρά μας.
- Εάν η παθητική επιθετικότητα συνεχίζει να μας επηρεάζει αρνητικά θέτουμε όρια γύρω από τον εαυτό μας και κανόνες για το τι μπορούμε να δεχτούμε και τι ότι. Αντιμετωπίζουμε τη ζωή μας με ένα θετικό τρόπο.
- Είμαστε υπομονετικοί θυμός ή επιθετικότητα θα προκαλέσουν χειρότερες αντιδράσεις.
- Δεν είμαστε αυταρχικοί στο να τους δείξουμε πώς θα σεβαστούν τις απόψεις και τις ιδέες μας και το τι είναι αξιόλογο σε εμάς.
- Περιμένουμε έως ότου ηρεμήσει η κατάσταση και στη συνέχεια προσεγγίζουμε το πραγματικό πρόβλημα.
- Θυμόμαστε ότι τα παθητικά επιθετικά άτομα φοβούνται την απόρριψη και έχουν μεγάλο άγχος.
Πρέπει να αντιλαμβάνεται κανείς πως ο παθητικός τρόπος της ζωής και η παθητική επιθετικότητα δεν είναι ίδια πράγματα. Στην πρώτη περίπτωση πρόκειται για απαθείς ανθρώπους, που δεν δηλώνουν κανένα απολύτως ενδιαφέρον για τίποτα, προτιμώντας για παράδειγμα να καθίσουν σπίτι παρά να περάσουν μια μέρα στην εξοχή είτε ακόμα να πάνε μια εκδρομή. Στη δεύτερη περίπτωση όμως έχουμε να κάνουμε με μια προβολή της εσωτερικής αντίστασης, δηλαδή τέτοιος άνθρωπος ημι-συνειδητά προκαλεί συγκρούσεις χωρίς να συμμετάσχει άμεσα ο ίδιος. Ένας από τους λόγους τέτοιας συμπεριφοράς είναι η αδυναμία είτε ακόμη η απροθυμία να μοιράζεται κανείς τα δυσάρεστα συναισθήματά του με τους άλλους. Συχνά τέτοιοι άνθρωποι απλά έχουν ένα άγχος και μέσα τους ωριμάζει μια σκέψη όπως: «Κινδυνεύω πολύ, αν πω αυτό που πιστεύω, που σκέφτομαι». Κάποιοι από αυτούς πλέον έχουν συνηθίσει να ζουν στη «σκιά» των άλλων, και δεν τολμάνε να μιλήσουν, να εκφράσουν τις πεποιθήσεις τους.
Πώς φαίνεται κάτι τέτοιο στα παιδιά;
Η βασική αρχή της λογικής τους διατυπώνεται ως εξής: «Δεν θέλω να κάνω αυτό που διέταξε η μαμά. Δεν θα διαφωνήσω, ούτε θα αντιδράσω, όμως θα το αφήσω όσο πάει και στο τέλος θα αναγκαστεί να το κάνει η ίδια». Εάν θυμώσετε, ανεβάσετε τον τόνο της φωνής σας (π.χ. «Έχω επαναλάβει τριάντα φορές να μαζέψεις τα παιχνίδια σου: γιατί είναι ακόμη εκει;»), το παιδί πιστεύει πώς «νίκησε», επειδή γίνατε έξαλλοι και ο ίδιος συνεχίζει να παίζει ήσυχα κι όμορφα. Και ακόμη μπορεί να σας κατηγορεί ότι του φωνάζετε! Έτσι, αρχίζετε να αισθάνεστε με απλά λόγια, ανόητα.
Φαίνεται σαν να κάνει το παιδί σταδιακές «προπονήσεις» στους γονείς να το αφήσουν στην ησυχία του, να μην το πειράζουν, και να μην ζητάνε πολλά. Τα παιδιά προσποιούνται πως δεν μπορούν να κάνουν κάτι μόνα τους για να το κάνουν άλλοι (π.χ. να πλύνουν τα πιάτα, να ξεσκονίσουν, να τακτοποιήσουν τα ρούχα τους κτλ.). Αυτό το φαινόμενο ονομάζεται στην επιστήμη της ψυχολογίας ως «αποκτημένη ανικανότητα»
Έτσι, σιγά – σιγά κατεβάζουμε τα χέρια μας, υποχωρούμε, και σταματάμε να αντιστεκόμαστε στον πεισματάρη. Όμως, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι με αυτόν τον τρόπο κάνουμε ακόμη χειρότερα στο παιδί και η κατάσταση οδηγείται σε αδιέξοδο. Αντιθέτως, πρέπει με τις δικές μας πράξεις, με τη συμπεριφορά μας, να προετοιμάσουμε τα παιδιά στον αγώνα της ενήλικης ζωής τους, όταν κανείς δεν θα δέχεται ούτε θα υποχωρεί στις ιδιοτροπίες τους και στα «κλάματα».
Ευτυχώς, η περίπτωση αυτή έχει διέξοδο και μπορεί να διορθωθεί. Από την πολύ μικρή ηλικία πρέπει να μάθετε στα παιδιά να μιλάνε γι’αυτό που δεν τους αρέσει, που τους προκαλεί πρόβλημα είτε δυσαρέσκεια. Δεν πρέπει να φοβούνται και να αγχώνονται για να εκφράσουν τα αρνητικά τους συναισθήματα, θυμό είτε στεναχώρια –φυσικά εντός λογικών ορίων-. Ωστόσο και οι ίδιοι οι γονείς θα πρέπει επίσης να είναι ειλικρινείς με τα παιδιά τους, γιατί η μητέρα και ο πατέρας αποτελούν τα πρώτα ζωντανά πρότυπα για να μιμούνται τα μικρά. Οι νέες πληροφορίες αντιλαμβάνονται από τα παιδιά πολύ πιο γρήγορα και πολύ πιο καλά, όταν έχουν μπροστά τους ένα ζωντανό παράδειγμα, σε σχέση με μια ηθικο-διδακτική συζήτηση.