Ντροπαλότητα είναι η τάση να νιώθουμε αμηχανία, ανησυχία ή ένταση σε κοινωνικές συναντήσεις, ιδιαίτερα με άγνωστα άτομα. Μπορεί να συνδέεται και με σωματικές εκδηλώσεις όπως εφίδρωση ή ταχυκαρδία. Πρόκειται για μια κατάσταση την οποία, περιστασιακά, βιώνουν σχεδόν όλοι οι άνθρωποι. Μερικοί όμως βιώνουν τόσο έντονα τη ντροπαλότητα, σε σημείο που να αποφεύγουν να αλληλεπιδράσουν με άλλους ακόμα κι όταν το θέλουν ή το χρειάζονται.
Ασφαλώς, η ντροπαλότητα δεν είναι ψυχική διαταραχή όμως μπορεί να έχει σοβαρές συνέπειες στη ζωή και την καθημερινότητα του ατόμου. Οι ντροπαλοί έφηβοι, ειδικότερα, μπορεί να αποφεύγουν καταστάσεις που προϋποθέτουν κοινωνική αλληλεπίδραση, να έχουν ελάχιστους ή καθόλου φίλους, να μη συμμετέχουν σε δραστηριότητες που θα μπορούσαν να είναι ευχάριστες και να χρησιμοποιούν υπερβολικά τη διαδικτυακή επικοινωνία υποκαθιστώντας έτσι την επικοινωνία που απαιτεί φυσική παρουσία.
Είναι πιθανό, επίσης, να εμφανίζουν χαμηλή αυτοεκτίμηση και απαισιοδοξία. Συχνά, είναι στραμμένοι προς τον εαυτό τους, αποδίδοντας σε δικά τους χαρακτηριστικά την απόσταση που τους χωρίζει από τους άλλους. Ταυτόχρονα, χάνουν αυτά που εκτυλίσσονται γύρω τους όπως και την ευκαιρία να ζήσουν κοινές εμπειρίες με την παρέα τους.
Στο σχολείο, η ντροπαλότητα μπορεί να επηρεάζει και τη σχολική τους επίδοση καθώς συχνά διστάζουν να συμμετέχουν στο μάθημα, φοβούμενοι να εκτεθούν. Αλλά και στις διαπροσωπικές τους σχέσεις με τους συνομηλίκους είναι πιθανό να αντιμετωπίζουν ένα φάσμα δυσκολιών (από συστηματική κοροϊδία από άλλους και εκφοβισμό μέχρι δυσκολία στην προσέγγιση του άλλου φύλου).
Πώς μπορούν οι γονείς να βοηθήσουν τους εφήβους να ελέγξουν καλύτερα τη ντροπαλότητα τους και να περιορίσουν τις αρνητικές της συνέπειες;
Καταρχήν, με το να αποφεύγουν να τους κάνουν να νιώθουν άσχημα ή ενοχικά γι’ αυτήν. Πολλοί γονείς μπορεί να ανησυχούν βλέποντας ότι το παιδί τους δεν ταιριάζει με το κυρίαρχο- κοινωνικά- πρότυπο του δυναμικού ατόμου που προβάλλει συνεχώς τον εαυτό του.
Όμως, χρειάζεται να σταθούν υποστηρικτικά δίπλα στον έφηβο σκεπτόμενοι ότι η «ετικέτα» του ντροπαλού εφήβου δε θα τον βοηθήσει. Αντί γι’ αυτό, μπορούν αρχικά να συζητήσουν μαζί του και να εντοπίσουν σε ποιες καταστάσεις νιώθει ντροπή και ποιες είναι οι αντιδράσεις του και τα συναισθήματά του. Μιλώντας για συγκεκριμένες περιστάσεις θα μπορέσουν να αναπτύξουν ένα παιχνίδι ρόλων, δηλαδή να προετοιμαστεί ο έφηβος σχετικά με το τι θα μπορούσε να πει και να κάνει την επόμενη φορά που θα βρεθεί στη συγκεκριμένη συνθήκη.
Είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικό να θέτει και να επιτυγχάνει σταδιακά ο έφηβος μικρούς αλλά σημαντικούς στόχους. Η υπενθύμιση κάθε αλληλεπίδρασης που πήγε καλά θα ενδυναμώνει ακόμα περισσότερο την αυτοπεποίθησή του. Θα πρέπει εξάλλου να συνειδητοποιήσει ότι όλοι γινόμαστε αποδέκτες απόρριψης από τους άλλους κάποιες φορές. Σκοπός δεν είναι, άλλωστε, να μάθει να ταιριάζει σε όλες τις περιστάσεις ανεξαιρέτως αλλά να νιώθει άνετα σε καταστάσεις που πραγματικά τον ενδιαφέρουν.
Τέλος, σχετικά με το σχολικό περιβάλλον, ο ρόλος του εκπαιδευτικού αποκτά μεγάλη βαρύτητα από τη στιγμή που θα εντοπίσει τη ντροπαλότητα κάποιου εφήβου. Μπορεί αρχικά να τον προσεγγίσει μιλώντας μαζί του. Χρειάζεται να του δείξει ότι υποστηρίζει έμπρακτα τη συμμετοχή του στο μάθημα με τρόπους μη λεκτικής επικοινωνίας (π.χ. ενθαρρύνοντας τον με το βλέμμα και δίνοντας του χρόνο να απαντήσει ήρεμα και ολοκληρωμένα στην ερώτηση). Επιπλέον, είναι ευθύνη του εκπαιδευτικού να διαμορφώσει ένα κλίμα αποδοχής και σεβασμού μέσα στην τάξη όπου όλοι θα μπορούν να εκφραστούν χωρίς να γίνονται θύματα κοροϊδίας.
Συμπερασματικά, θα λέγαμε ότι η ντροπαλότητα δεν είναι μια αδυναμία από την οποία ο έφηβος πρέπει υποχρεωτικά να απαλλαγεί. Είναι περισσότερο μια από τις πλευρές του εφήβου την οποία μπορεί να βελτιώσει στις περιπτώσεις που του γίνεται εμπόδιο ή του δυσκολεύει τη ζωή. Έτσι θα μπορεί να συμμετέχει σε ό,τι τον ενδιαφέρει πιο ελεύθερα και πιο αυθεντικά.
Πηγή:efiveia.gr