Η πλειοψηφία των εφήβων που καπνίζει, το κάνει προκειμένου να ενισχύσει την αυτοεκτίμηση και την αυτό-εικόνα τους. Στα μάτια του εφήβου, το τσιγάρο δίνει δύναμη και αντλεί από αυτό την προσωπική αξία, που ψάχνει να βρει. Συνήθως, πρόκειται για παιδιά με προβλήματα στις σχέσεις τους με τους σημαντικούς για αυτούς πρόσωπα. Το κάπνισμα έρχεται να καλύψει το κενό που νιώθουν, τους προσφέρει την ψευδαίσθηση ότι αξίζουν, ενισχύοντας με αυτό τον τρόπο την αυτοεκτίμησή τους.

Οι περισσότεροι γονείς ανησυχούν, καθώς το παιδί τους φτάνει στην εφηβεία, για το αν θα ξεκινήσει το κάπνισμα. Συνήθως, η ηλικία όπου το παιδί δοκιμάζει για πρώτη φορά τσιγάρο, είναι στις αρχές της προεφηβείας. Η αντικαπνιστική στάση όμως, που θα κρατήσουν οι γονείς –ακόμη και αν οι ίδιοι είναι καπνιστές- παίζει σημαντικό ρόλο στη μετέπειτα πορεία του εφήβου σε σχέση με το κάπνισμα. Η νοοτροπία όμως, αυτή θα πρέπει να είναι παρούσα καθ’ όλη τη διάρκεια της παιδικής ηλικίας και όχι μόνο, όταν το παιδί πλησιάζει στην εφηβεία.

Παρόλο που και οι δύο γονείς επηρεάζουν τη στάση που θα κρατήσουν τα παιδιά απέναντι στο κάπνισμα, οι έρευνες δείχνουν πως υπάρχει διαφορά στην επίδραση της στάσης του πατέρα, από αυτή της μητέρας. Το ανδρικό πρότυπο φαίνεται πως είναι αυτό που καθοδηγεί τη συμπεριφορά καπνίσματος.

Αν οι γονείς καπνίζουν, είναι πολύ πιθανό οι έφηβοι να ακολουθήσουν αυτό το παράδειγμα. Παρόλα αυτά, αν επιδιώκουν να κόψουν το κάπνισμα, καλό είναι να μοιραστούν αυτή την προσπάθεια με τα παιδιά, κάνοντας τους με αυτό τον τρόπο σαφές πως το τσιγάρο είναι ανεπιθύμητο

Ένας άλλος τόπος είναι η διατήρηση του χώρου του σπιτιού χωρίς καπνό. Η απαγόρευση του καπνίσματος και η έκθεση στη χρήση του τσιγάρου μέσα στο σπίτι, αποτρέπει τους εφήβους να το ξεκινήσουν. Οι περισσότεροι έφηβοι που δοκίμασαν τσιγάρο, έγινε είτε παρουσία των γονιών τους, είτε οι γονείς ήταν αυτοί που τους προέτρεψαν να δοκιμάσουν, προσφέροντάς τους το πρώτο τους τσιγάρο. Η επιτρεπτική αυτή στάση ενισχύει την πιθανότητα οι έφηβοι να γίνουν καπνιστές. Μπορούν ακόμη οι γονείς να μοιραστούν με τα παιδιά τους τα συναισθήματά τους, σε περίπτωση που αυτά καπνίσουν. Βοηθητικό είναι ακόμη τα παιδιά να παίρνουν μέρος σε αθλήματα ή άλλου είδους δραστηριότητες, που αποτρέπουν από το κάπνισμα.

 Όσον αφορά στις γνώσεις για τα αποτελέσματα του καπνίσματος στην υγεία, φαίνεται πως οι έφηβοι δε δίνουν ιδιαίτερη βαρύτητα. Είτε επειδή θεωρούν πως δεν τους αφορά, είτε γιατί αδυνατούν να επεξεργαστούν τις πληροφορίες αυτές και να κατανοήσουν τη φύση των ασθενειών. Στόχος επομένως των γονιών, θα πρέπει να είναι η αλλαγή στάσεων των εφήβων γύρω από τη θεοποίηση του καπνίσματος, κάτι που χρειάζεται να γίνει από τα πρώτα κιόλας χρόνια της παιδικής ηλικίας και όχι η παροχή στείρας γνώσης και πληροφοριών. Φυσικά δεν αρκεί μόνο η στάση των γονέων. Το ζήτημα αφορά και άλλες διαστάσεις. Ολοκληρωμένα προγράμματα και στοχευόμενες ενέργειες με προληπτική δράση, τόσο εντός όσο και εκτός σχολείου, μπορούν να αντιμετωπίσουν τους παράγοντες που επηρεάζουν και ωθούν τα παιδιά στο κάπνισμα.

Οι έφηβοι συχνά αγνοούν τη δυνατότητα εθισμού στον καπνό
– 61% των νέων θεωρούν ότι δεν πειράζει να δοκιμάσουν το τσιγάρο εφόσον το κόψουν πριν γίνει συνήθεια
– 26% θεωρούν ότι οι κανονικοί καπνιστές μπορούν να το κόψουν οποτεδήποτε το θελήσουν

Παράγοντες που προδιαθέτουν τους νέους για κάπνισμα

Ισχύουν μια σειρά από σύνθετους και ενδογενείς παράγοντες που προδιαθέτουν τους νέους να καπνίσουν και αυτοί ποικίλουν ανά άτομο και λαό. Αυτοί περιλαμβάνουν υψηλά επίπεδα κοινωνικής αποδοχής στους χρήστες προϊόντων καπνού, έκθεση και αδυναμία αντίδρασης απέναντι στη διαφήμιση, διαθεσιμότητα και εύκολη πρόσβαση, ρόλος προτύπου από τους γονείς και άλλους ενήλικες και κοινωνική πίεση της ομάδας.

Εθισμός

Η νικοτίνη είναι το συστατικό του τσιγάρου που προκαλεί εθισμό και είναι τόσο εθιστική, όπως ίσως η ηρωίνη ή η κοκαΐνη. Όταν ο καπνιστής εισπνεύσει το καπνό μεταφέρει τη νικοτίνη βαθιά στους πνεύμονες όπου απορροφάται πολύ γρήγορα στο αίμα και από εκεί στην καρδιά και τον εγκέφαλο. Η νικοτίνη έχει ποικίλες επιδράσεις στον άνθρωπο, κυρίως στην καρδιά και το ορμονικό σύστημα. Επίσης σημαντικότερες επιδράσεις έχει στον εγκέφαλο. Ορισμένες χημικές ουσίες που υπάρχουν στον εγκέφαλο (νευροδιαβιβαστές) εμπλέκονται στη δημιουργία εξάρτησης από τον καπνό. Έτσι δημιουργείται αίσθημα διέγερσης, ευεξίας και άλλα συμπτώματα παρόμοια με αυτά άλλων ναρκωτικών ουσιών. Όσο περνάει ο καιρός, ο εγκέφαλος του καπνιστή προσαρμόζεται στην παρουσία της νικοτίνης και την έχει ανάγκη. Αποκτά δηλαδή εξάρτηση. Έρευνες δείχνουν ότι μεσολαβούν περίπου 2 χρόνια μέχρι να εθιστεί κάποιος στη νικοτίνη. Εν τούτοις, το σημαντικό είναι ότι η πορεία αυτή είναι αναστρέψιμη και μέσα σε 2-6 εβδομάδες διακοπής ο εγκέφαλος προσαρμόζεται ξανά στην προηγούμενη χωρίς νικοτίνη κατάσταση. Στη διάρκεια αυτής της φάσης, ο πρώην καπνιστής βιώνει συμπτώματα στέρησης της νικοτίνης.

Παθητικό κάπνισμα

Άτομο που αναπνέει καπνό ενώ δεν καπνίζει ο ίδιος αποκαλείται παθητικός καπνιστής, ακούσιος ή έμμεσος καπνιστής.  Μη καπνιστές / παθητικοί καπνιστές αναπνέουν τον καπνό από το τσιγάρο που καίγεται και επίσης αυτόν που εκπνέεται από καπνιστή. Το 85% του καπνού τσιγάρων σε ένα δωμάτιο οφείλεται στην καύση του τσιγάρου και περιέχει υψηλή συγκέντρωση τοξινών. Οι παθητικοί καπνιστές μπορεί να έχουν άμεσες ενοχλήσεις όπως ερεθισμό στα μάτια, πόνο στο λαιμό και ζαλάδα. Εκτίθενται σε αυξημένο κίνδυνο για μια σειρά από ασθένειες που συνδέονται με το κάπνισμα. Σχεδόν τα μισά παιδιά εκτίθενται στο παθητικό κάπνισμα στο σπίτι. Ο παθητικός καπνιστής διατρέχει κίνδυνο παθήσεων του αναπνευστικού όπως βρογχίτιδα, πνευμονία κλπ.

Κάπνισμα και δέρμα

Το κάπνισμα επιδρά στο δέρμα με δύο τρόπους:

Το περιβάλλον με καπνό τσιγάρου αφυδατώνει την επιδερμίδα
Το κάπνισμα μειώνει τη ροή του αίματος προς το δέρμα, περιορίζοντας το οξυγόνο με αποτέλεσμα να του στερεί τις ουσιαστικές θρεπτικές ουσίες. Επίσης επηρεάζει το δέρμα δημιουργώντας ρυτίδες γύρω από τα μάτια και το στόμα και κιτρινίλα στα δάχτυλα, νύχια και δόντια.

Κάπνισμα και σωματικό βάρος

Όταν κάποιος διακόψει το κάπνισμα αυξάνει το βάρος του κατά 2 – 3 κιλά. Η ακριβής αιτία του φαινομένου αυτού είναι άγνωστη, αλλά μπορεί εν μέρει να συνδεθεί με το ότι το κάπνισμα αυξάνει το μεταβολισμό. Άλλωστε, η νικοτίνη δρα ως κατασταλτικό της όρεξης. Οι καπνιστές φαίνεται να εναποθέτουν μεγαλύτερες ποσότητες λίπους στο σώμα τους, γεγονός που οδηγεί σε αυξημένο κίνδυνο για διαβήτη, καρδιοαγγειακά νοσήματα, υπέρταση, προβλήματα χοληδόχου κύστης και καρκίνο της μήτρας.